2.Αποτίμηση
των αποτελεσμάτων των παρεμβάσεων στα
νησιά μέχρι σήμερα
3.Αναφορά
δυνατών σημείων, αδυναμιών, ευκαιριών
και κινδύνων στα νησιά
4.Βασικές
προτεραιότητες ανάπτυξης για τα νησιά
5.Αναγκαίες
θεσμικές και οργανωτικές προσαρμογές
Η
Νησιωτική Ελλάδα συγκροτούμενη από τα
Νησιά του Βορείου και Νοτίου Αιγαίου
τα Ιόνια Νησιά και την Κρήτη, αποτελεί
ιδιαίτερη περιοχή της Ευρώπης αλλά και
της Υδρογείου με μοναδικά γεωγραφικά
χαρακτηριστικά. Τα Ελληνικά νησιά με
τις ιδιαιτερότητες τους υφίστανται
έντονα τις επιπτώσεις της τρέχουσας
αρνητικής οικονομικής συγκυρίας στην
Ελλάδα, στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως.
Η
παρατεταμένη Ελληνική οικονομική ύφεση
από το 2008 μέχρι και σήμερα επέφερε
συρρίκνωση της εθνικής οικονομίας
τουλάχιστον κατά 20,4 ποσοστιαίες μονάδες
και καταγεγραμμένη ανεργία 23,6% το β
τρίμηνο του 2012. Επίσης η στασιμότητα
της Ευρωπαϊκής οικονομίας είχε ως
συνέπεια την συνεχή μείωση των Ευρωπαίων
αλλά και Ελλήνων επισκεπτών στα Ελληνικά
νησιά που αποτελούν παραδοσιακά σημαντικό
τουριστικό προορισμό. Τα διαθέσιμα
στοιχεία σε επίπεδο περιφέρειας αφορούν
κυρίως τη περίοδο μέχρι το 2009 οπότε και
δεν μπορούν να αποτυπώσουν τη περίοδο
της έντασης της κρίσης από το 2010 και
μετά με αποτέλεσμα η Περιφέρεια Ν.Αιγαίου
να εντάσσεται στις πλέον αναπτυγμένες
περιφέρειες της ΕΕ με κατά κεφαλή ΑΕΠ
στο 112,4 του μέσου όρου για τη περίοδο
2007-9 και οι άλλες τρεις νησιωτικές
περιφέρειες Ιόνια, Κρήτη και Β.Αιγαίο
στις περιοχές μεταβατικής στήριξης με
85,9, 83,2 και 75,5 αντίστοιχα.
Για
τη έμμεση εκτίμηση της περιόδου που
ακολούθησε μπορεί να χρησιμοποιηθούν
στοιχεία που αναφέρονται στις βασικές
δραστηριότητες των νησιών όπως ο
τουρισμός, η οικοδομική δραστηριότητα
αλλά και η συνολική κίνηση μεταφορών
(αεροπορικών και ακτοπλοϊκών).
Ο
τουρισμός που αποτελεί την κινητήρια
δύναμη των οικονομικών, κοινωνικών,
πολιτιστικών και περιβαλλοντικών
εξελίξεων στα νησιά φαίνεται να έχει
αντισταθεί ικανοποιητικά τουλάχιστον
σε ότι αφορά τις διεθνείς αφίξεις αφού
το 2011 ξεπέρασε για τη χώρα τον αριθμό
των 16 εκ. τουριστών με άνοδο σε όλους
τους σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς.
Βέβαια τα έσοδα από τον τουρισμό δεν
φαίνεται να αυξήθηκαν δείχνοντας μια
μείωση των ανά διανυκτέρευση εισπράξεων
και συνολικά της τουριστικής δαπάνης.
Αντίθετα
με τον διεθνή τουρισμό, ο εσωτερικός
τουρισμός φαίνεται να έχει πληγεί
σημαντικά όπως απεικονίζει η δραματική
μείωση στην ακτοπλοϊκή επιβατική κίνηση
(ποσά σε χιλιάδες). Το υψηλό για πολλούς
κόστος μετακίνησης με τις αυξημένες
τιμές των καυσίμων σε συνδυασμό με τη
μείωση των εισοδημάτων απειλούν τόσο
τη βιωσιμότητα των νησιωτικών κοινωνιών
όσο και αυτή των ακτοπλοϊκών εταιριών.
Επίσης
σημαντική υπήρξε η μείωση της οικοδομικής
δραστηριότητας, αποτέλεσμα της
επικρατούσας ύφεσης όμως φαίνεται να
είναι μικρότερη από το μέσο εθνικό όρο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία ο
τουρισμός και κατά συνέπεια οι νησιωτικές
οικονομίες «αντιστάθηκαν» καλύτερα
στη κρίση απ’ότι οι άλλες περιοχές της
χώρας. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα
πλέον πρόσφατα στοιχεία της ανεργίας
όπου παρά την αύξηση –ιδιαίτερα στη
Κρήτη- η ανεργία στις νησιωτικές
περιφέρειες παραμένει χαμηλότερη από
τον εθνικό μέσο όρο (23,6% για το β’τρίμηνο
έναντι 22,6% στη Κρήτη, 21,7% στο Β.Αιγαίο,
15,3% στα Ιόνια και 14,3% στο Ν.Αιγαίο).
Η
αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των μέχρι
σήμερα παρεμβάσεων στα νησιά θα πρέπει
να γίνει με βάση κυρίως τους στόχους
της στρατηγικής Ευρώπη 2020 που αποτελούν
σε μεγάλο βαθμό τους θεματικούς στόχους
του νέου πλαισίου προγραμματισμού αλλά
και άλλους δείκτες που κρίνονται
σημαντικοί για τη βιώσιμη ανάπτυξη των
περιφερειών.
Στη
συντριπτική πλειοψηφία των δεικτών του
πίνακα που ακολουθεί τα ελληνικά νησιά
φαίνεται να υστερούν του μέσου ευρωπαϊκού
και του μέσου ελληνικού όρου γεγονός
που υπογραμμίζει την δομική υστέρηση
των ελληνικών νησιών σε σχέση με τις
άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες σε αντίθεση
με ότι δείχνει το κατά κεφαλή ΑΕΠ και
το ποσοστό ανεργίας.
Τα
ποσοτικά και τα ποιοτικά δημογραφικά
χαρακτηριστικά είναι στις περισσότερες
περιπτώσεις αρκετά δυσμενή (γήρανση
πληθυσμού, χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης
και διά βίου κατάρτισης, υψηλή πρόωρη
εγκατάλειψη σχολείου), ενώ οι περιβαλλοντικές
πιέσεις αυξάνονται με προβλήματα στη
ποιότητα του πόσιμου νερού, στην
υποβάθμιση του εδάφους (ρύπανση και
ερημοποίηση), στη μείωση της βιοποικιλότητας,
στην υποβάθμιση του τοπίου και του
δομημένου περιβάλλοντος κλπ
- 123456789101112
ΕΕ 7017,516,914,955,011,0100,031,19,31,9Ελλάδα 6618,625,62,90,6Ιόνια Νησιά 7110,721,126,69,515,757,664,612,61,00,290,9Βόρειο Αιγαίο 6415,321,721,48,016,087,651,223,41,20,577,1Νότιο Αιγαίο 6710,615,319,112,512,295,861,010,80,70,169,5Κρήτη 7015,617,320,320,510,485,246,522,52,10,951,7
1% απασχόλησης (ηλικία 20-64)
2% απασχόλησης σε τομείς υψηλής τεχνολογίας
3% Πληθυσμού άνω των 65
4Πρόωρη εγκατάλειψη σχολείου
5Δείκτης ανταγωνιστικότητας
6% πληθυσμού 15-24 που δεν εργάζεται, σεν εκπαιδεύεται και δεν καταρτίζεται
7Καθαρό εισόδημα
8Δείκτης Φτώχειας
9Πληθυσμός με ηλικία 30-34 με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης
10% πληθυσμού ηλικίας 25-64 που εκπαιδεύεται ή καταρτίζεται
11% ΑΕΠ για Ε&ΤΑ
12Δείκτης ευθραυστότητας στη κλιματική αλλαγή
Πηγή:
5η
Εκθεση για την Οικονομική, Κοινωνική
και Εδαφική Συνοχή, Στατιστικό Παράρτημα
Τα
στοιχεία αυτά δείχνουν πόσο εύθραυστο
είναι το αναπτυξιακό μοντέλο που έχει
υιοθετηθεί συνολικά στη χώρα και ειδικά
στα νησιά και την αναγκαιότητα να
υποστηριχθούν δομικές αλλαγές με
επιλεκτική χρηματοδότηση σε κρίσιμους
τομείς όπως οι ποιότητα του ανθρώπινου
δυναμικού, η έρευνα και καινοτομία, η
απασχόληση, η διαφοροποίηση της
οικονομικής βάσης.
Επίσης,
η ασυνέχεια του νησιωτικού χώρου έχει
ως συνέπεια η κοινωνικοοικονομική
λειτουργία κάθε νησιού προσλαμβάνει
τα χαρακτηριστικά μιας “κλειστής
οικονομίας”. Παράλληλα, ο νησιωτικός
χώρος χαρακτηρίζεται από έντονη
περιφερειακότητα. Το γεγονός αυτό έχει
ως αποτέλεσμα την ύπαρξη έντονων
αναπτυξιακών διαφοροποιήσεων ως προς
την ηπειρωτική χώρα, μεταξύ μεγάλων και
μικρών νησιών που ανήκουν σε ένα
διοικητικό νησιωτικό σύμπλεγμα, αλλά
και εντός των νησιών, στις εσωτερικές
τους ζώνες, λόγω της προβληματικής
προσπελασιμότητάς τους.
Ας
υπογραμμιστεί εδώ ότι στο νησιωτικό
χώρο οι ενδοπεριφερειακές ανισότητες
έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ ότι
στην ηπειρωτική χώρα, διότι η φυσική
απομόνωση που δημιουργεί η θάλασσα, δεν
επιτρέπει σχεδόν κανενός είδους “όσμωση”
μεταξύ νησιών, όπως γίνεται μεταξύ των
πόλεων και της ενδοχώρας τους. Παράλληλα,
η φέρουσα ικανότητα του κάθε νησιού δεν
μπορεί να συνδυαστεί με εκείνη των
γειτονικών, έτσι ώστε να «παρακαμφθούν»
προβλήματα στενότητας πόρων, ανθρώπινων
και φυσικών.
Επομένως,
το νησί πρέπει να αποτελεί τη βασική
μονάδα ανάλυσης και σχεδιασμού, γεγονός
που πρέπει να αποτυπωθεί και στο
διοικητικό σύστημα, διαφοροποιώντας
το από εκείνο της ηπειρωτικής χώρας.