“Έχοντας συναντήσει τις περισσότερες αεροπορικές εταιρείες και παρόχους τουριστικών υπηρεσιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν μπορούμε παρά να είμαστε πολύ αισιόδοξοι για το 2022”, δηλώνει στους “Financial Times” ο υπουργός Τουρισμού Βασίλης Κικίλιας, επισημαίνοντας ότι “το 2022 η Ελλάδα αναμένει 35% περισσότερους επισκέπτες από το Ηνωμένο Βασίλειο σε σχέση με το 2021”.
Ο κ. Κικίλιας επισημαίνει ότι η Ελλάδα, της οποίας το 25% του ΑΕΠ προέρχεται από τον τουρισμό, ήταν μία από τις πρώτες ευρωπαϊκές χώρες που άνοιξαν το 2020, παίρνοντας ένα υπολογισμένο ρίσκο που απέδωσε, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη των ταξιδιωτών πως αποτελεί έναν ασφαλή προορισμό. Ξεκαθαρίζει επίσης, ότι η καλοκαιρινή τουριστική περίοδος θα ξεκινήσει το Μάρτιο του 2022, νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά.
“Το ρίσκο που πήραμε το 2020 απέδωσε. Εγκαταστήσαμε περισσότερους υγειονομικούς στις δομές Υγείας νησιών και δημοφιλών τουριστικών προορισμών, συνδέσαμε ιατρούς με κάθε ξενοδοχειακή μονάδα και τηρήσαμε τα αυστηρά υγειονομικά μας πρωτόκολλα. Η ελληνική Κυβέρνηση έχει επίσης αποφασίσει τη διάθεση 320 εκατ. ευρώ από το RRF για να ενισχύσει τις υποδομές νησιωτικών και ηπειρωτικών προορισμών της χώρας”, τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Κικίλιας.
Οι δηλώσεις του υπουργού Τουρισμού φιλοξενούνται σε ρεπορτάζ της εφημερίδας με τίτλο “Οι βρετανικές αεροπορικές εταιρείες αυξάνουν τις πτήσεις τους προς την Ελλάδα, με την προσμονή της τουριστικής έκρηξης της χώρας”.
Το ρεπορτάζ αναφέρεται στις πρόσφατες συμφωνίες με τις εταιρείες Jet2 και EasyJet, που προβλέπουν αύξηση των διαθέσιμων αεροπορικών θέσεων προς την Ελλάδα, με την προσθήκη περισσότερων πτήσεων και προορισμών. Χαρακτηρίζει τις συμφωνίες ως μια σαφή ένδειξη της πίστης με την οποία η ταξιδιωτική βιομηχανία της χώρας προσδοκά την ολική επαναφορά του ελληνικού Τουρισμού το 2022.
Όπως σημειώνει η εφημερίδα, σύμφωνα με τα στοιχεία των μεγαλύτερων Tour Operators, οι κρατήσεις προς Ελλάδα για το καλοκαίρι του 2022 τον Οκτώβριο είχαν ξεπεράσει το επίπεδο των κρατήσεων της αντίστοιχης περιόδου για το καλοκαίρι του 2019, με τους ταξιδιώτες να έχουν την τάση να ξοδέψουν τις αποταμιεύσεις που συγκέντρωσαν κατά τη διάρκεια των lockdowns σε υψηλότερης ποιότητας καταλύματα.