Mείωση 87% παρουσίασαν τον Ιανουάριο του 2021 οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις παγκοσμίως, δηλαδή άλλο ένα 13% απωλειών σε σύγκριση με το 2020.
Η Ασία και ο Ειρηνικός παρουσίασαν τις μεγαλύτερες απώλειες εξαιτίας του βαθμού αυστηρότητας των μέτρων τους κατά της πανδημίας ο οποίος ήταν ιδιαίτερα αυξημένος.
Στην Ευρώπη και την Αφρική, οι αφίξεις μειώθηκαν κατά 85% και στη Μέση Ανατολή κατά 84%.
Η μείωση των διεθνών αφίξεων στην Αμερική ήταν της τάξης του 77% μετά από ελαφρώς καλύτερες επιδόσεις στα τέλη του 2020.
Με το 32% των προορισμών παγκοσμίως να είναι εντελώς κλειστοί στον διεθνή τουρισμό στις αρχές Φεβρουαρίου, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (ΠΟΤ) εκτιμά ότι ο παγκόσμιος τουρισμός θα συναντήσεις προκλήσεις κατά το πρώτο εξάμηνο του 2021.
Ο ΠΟΤ αναφέρεται σε δύο σενάρια για το υπόλοιπο του 2021. Στο πρώτο, η ανάκαμψη θα ξεκινήσει τον Ιούλιο, και θα οδηγήσει σε ετήσια αύξηση των διεθνών αφίξεων κατά 66% για το σύνολο της χρονιάς. Οι αφίξεις θα συνεχίσουν να είναι 55% λιγότερες από τα επίπεδα του 2019.
Το δεύτερο σενάριο τοποθετεί την ανάκαμψη στον Σεπτέμβριο, κάτι που θα οδηγήσει σε αύξηση των αφίξεων κατά 22% έναντι του 2020 και μείωση κατά 67% σε σχέση με το 2019.
Τα δύο αυτά σενάρια διαμορφώθηκαν σύμφωνα με παράγοντες όπως η σταδιακή βελτίωση της επιδημιολογικής κατάστασης, οι ταχύτεροι ρυθμοί εμβολιασμών παγκοσμίως, η σημαντική βελτίωση της ταξιδιωτικής εμπιστοσύνης και η εκτενής άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και την Αμερική.
Ορισμένες χώρες και περιοχές έχουν ήδη αποφασίσει να επιτρέψουν σε άτομα που έχουν εμβολιαστεί πλήρως να ταξιδεύουν σε αυτές χωρίς PCR τεστ, χωρίς καραντίνα ή με άλλο απλουστευμένο τρόπο. Σε αυτές περιλαμβάνονται, για παράδειγμα, η Ισλανδία, η Ταϊλάνδη, η Μαδέρα, η Σλοβενία, η Γεωργία και μερικές ακόμη. Φαίνεται ότι η ελπίδα για επανεκκίνηση του διεθνούς τουρισμού εξαρτάται όλο και περισσότερο από τους εμβολιασμούς. Όμως, ο παγκόσμιος πληθυσμός απέχει πολύ ακόμη για τον πλήρη εμβολιασμό του και σίγουρα θα χρειαστεί χρόνος για γίνουν εμβολιασμοί σε ένα ικανό επίπεδο. Επιπλέον, το 86% των εμβολίων που έχουν ήδη χορηγηθεί, χρησιμοποιήθηκαν μόνο σε πλούσιες χώρες.