Σύμφωνα με στοιχεία της MKG Consulting, μετά από το 2016, ένα έτος που χαρακτηρίστηκε από σταθερές πληρότητες στην ευρωπαϊκή επικράτεια, το 2017 παρουσιάζει σημαντικά βελτιωμένα αποτελέσματα, με ποσοστό πληρότητας αυξημένο κατά περισσότερο από 2 μονάδες. Αυτή η αύξηση της πληρότητας μαζί με ελαφρώς υψηλότερες τιμές (+2,5%), επιτρέπουν στο RevPAR (έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο) να αυξηθούν κατά 5,7%. Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ότι οι Ευρωπαίοι ξενοδόχοι έχουν να σημειώσουν τέτοια καλή απόδοση από το 2011.
Όλες οι σημαντικές αγορές παρουσίασαν ισχυρές αποδόσεις. Οι μεσογειακές χώρες (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα) συνεχίζουν να επωφελούνται από τον δυναμισμό του τουρισμού αναψυχής, που τους επιτρέπει να προσελκύουν πελάτες από όλη την Ευρώπη. “Πρωταθλητές” αναδεικνύονται οι Πορτογάλοι ξενοδόχοι, με αύξηση των εσόδων τους ανά δωμάτιο κατά 18,8%, κυρίως λόγω της μέσης αύξησης των τιμών (+14,5%). Η Γαλλία και το Βέλγιο σημειώνουν αύξηση ξενοδοχειακής δραστηριότητας, μετά από ένα χρόνο που σηματοδοτήθηκε από τις επιπτώσεις των τρομοκρατικών επιθέσεων, οι οποίες είχαν διαταράξει σημαντικά την ελκυστικότητα αυτών των δύο περιοχών (Βρυξέλλες για το Βέλγιο και Παρίσι και Νίκαια για τη Γαλλία). Το Ηνωμένο Βασίλειο επίσης, δεν έχει επηραστεί ουσιαστικά από το Brexit μέχρι στιγμής. Στην πραγματικότητα, το RevPAR που καταγράφηκε από τους ξενοδόχους στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά 5,6%. Ωστόσο, μια απότομη επιβράδυνση της ζήτησης έγινε αισθητή αμέσως μετά την ανακοίνωση του Brexit στα τέλη Ιουνίου του 2017.
Η Γερμανία και η Αυστρία παρουσίασαν βελτιωμένες επιδόσεις, χωρίς να φτάσουν όμως άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για τη Γερμανία, αυτό εξηγείται εν μέρει από την κινητικότητα του τομέα MICE, που ήταν πολύ μεγάλη το 2016, καθώς αρκετές μεγάλες εξαμηνιαίες ή τριετείς εκθέσεις πραγματοποιήθηκαν στο Μόναχο και το Ντίσελντορφ το 2016 -όχι όμως και το 2017.
Συμπερασματικά, το 2017 σηματοδοτήθηκε από την απότομη αύξηση της πληρότητας, για να φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο που σημειώθηκε από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 (71,8% το 2017). Η αύξηση αυτή παρατηρήθηκε και στους δώδεκα μήνες του έτους, με την τελευταία αρνητική μεταβολή στο RevPAR να καταγράφεται τον Οκτώβριο του 2016.