Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ιδιωτικών Κλινικών (ΠΕΙΚ) Γρηγόρης Σαραφιανός μιλά στο Euro2day.gr, με αφορμή την προγραμματισμένη εκδήλωση στη Μόσχα, με στόχο την προσέλκυση στην Ελλάδα Ρώσων ασθενών. Παράλληλα, ο πρόεδρος της ΠΕΙΚ αναφέρεται στο επικείμενο μπαράζ εξαγορών εγχώριων μονάδων ιδιωτικής υγείας από τα ξένα funds και στις δραματικές αλλαγές που αναμένονται στον κλάδο.
Σύμφωνα με τον κ. Σαραφιανό, για τους νέους ξένους ιδιοκτήτες των εγχώριων κλινικών, η προσέλκυση ασθενών από το εξωτερικό θα αποτελέσει ισχυρό δέλεαρ, προκειμένου να αποσβέσουν γρήγορα τις επενδύσεις τους.
Κύριε Σαραφιανέ, μιλήστε μας για την εκδήλωση που θα γίνει στη Μόσχα στις 7 Δεκεμβρίου και αφορά στην προσπάθεια προσέλκυσης Ρώσων ασθενών στην Ελλάδα.
Είναι μια πρωτοβουλία ιδιωτικής εταιρείας που συνεργάζεται με τους Ρώσους tour operators και έχει τη στήριξη της Πρεσβείας μας στη Μόσχα και του Υπουργείου Τουρισμού της Ελλάδας. Στην ουσία πρόκειται να υπάρξουν συναντήσεις ελληνικών επιχειρήσεων με τους tour operators, με στόχο να κλειστούν συμφωνίες μεταφοράς Ρώσων ασθενών στην Ελλάδα. Μέχρι τώρα, το μεγαλύτερο τμήμα αυτής της αγοράς κατευθύνεται στην Τουρκία, ωστόσο λόγω της ανασφάλειας που επικρατεί σχετικά στη γείτονα χώρα, θα μπορούσε να υπάρξει πρόσφορο έδαφος για εμάς. Αυτή τη φορά θα επιχειρηθεί μια πιο οργανωμένη προσπάθεια, καθώς ανάλογες εκδηλώσεις έχουν γίνει και άλλες τρεις φορές κατά το παρελθόν.
Το βασικό ερώτημα είναι κατά πόσο η Ελλάδα είναι ανταγωνιστική στη συγκεκριμένη αγορά, σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Εξαρτάται με ποια χώρα θα συγκριθούμε. Σίγουρα είμαστε ανταγωνιστικοί με τις χώρες της Ευρώπης. Έχουμε χαμηλότερες τιμές, όμως δεν είμαστε γνωστοί στο εξωτερικό για το επίπεδο των ιατρικών υπηρεσιών που προσφέρουμε. Γιατί μπορεί οι άνθρωποι του κλάδου να γνωρίζουν το υψηλό επίπεδο των γιατρών μας, που άλλωστε είναι διεθνώς περιζήτητοι, ωστόσο το ευρύ κοινό στην Ευρώπη δεν έχει συνδέσει την Ελλάδα με το επίπεδο της ιατρικής της, αλλά με την Ακρόπολη, τα νησιά της και τις διακοπές.
Άρα λοιπόν πιστεύω πως πρέπει να στοχεύσουμε σε δύο κατηγορίες αγορών. Πρώτον, στις ευρωπαϊκές χώρες με μεγάλες λίστες αναμονής, όπου για να εγχειριστεί κάποιος χρειάζεται συχνά να περιμένει δέκα ή και δώδεκα μήνες, με την επισήμανση ότι το κόστος τέτοιων επεμβάσεων ανέρχεται σε μας μόλις στο ένα τρίτο σε σύγκριση με τις τιμές στη Βόρεια Ευρώπη. Και δεύτερον, σε χώρες που μέχρι τώρα εξυπηρετούνταν σε μεγάλο βαθμό από την Τουρκία, εκμεταλλευόμενοι τη γενικότερη αστάθεια που επικρατεί στη γείτονα χώρα.
Στο σημείο αυτό βέβαια θα ήθελα να επισημάνω το αντικίνητρο του πολύ υψηλού ΦΠΑ με το οποίο επιβαρυνόμαστε. Με 24%, έχουμε τον δεύτερο υψηλότερο συντελεστή στην Ευρώπη (πρώτη η Ισπανία με 26%), όταν ο μέσος όρος κυμαίνεται μεταξύ του 10% και 11%. Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη και η Πολιτεία θα πρέπει να επανεξετάσει το ζήτημα.
Όμως, πόσο οικονομικά υγιείς είναι οι εγχώριες ιδιωτικές κλινικές στην Ελλάδα του clawback και του rebate, έτσι ώστε να «σηκώσουν» την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού;
Δεν είναι εύκολη υπόθεση, γι' αυτό βλέπετε και τις εξαγορές από τα διάφορα funds του εξωτερικού. Αυτά τα funds θέλουν σε δύο χρόνια να αποσβέσουν την επένδυσή τους και σε πέντε να αποχωρήσουν. Ανάλογες εξαγορές έγιναν πέρυσι και στην Ισπανία (60 κλινικές άλλαξαν χέρια) ενώ το ίδιο έγινε και στη Γερμανία.
Στην Ισπανία λοιπόν, τα funds ενίσχυσαν τις δουλειές τους με τις ασφαλιστικές εταιρείες, ανεβάζοντας παράλληλα και τις τιμές. Η επιτυχία όμως ενός τέτοιου εγχειρήματος στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αμφίβολη, καθώς πάρα πολλά νοικοκυριά στερούνται ακόμη και τα βασικά. Πού θέλω να καταλήξω; Απλά, θεωρώ ότι οι νέοι ιδιοκτήτες των κλινικών έχουν κάθε λόγο να επενδύσουν στον τομέα του ιατρικού τουρισμού, προσελκύοντας ασθενείς από το εξωτερικό.
Στην Ισπανία λοιπόν, τα funds ενίσχυσαν τις δουλειές τους με τις ασφαλιστικές εταιρείες, ανεβάζοντας παράλληλα και τις τιμές. Η επιτυχία όμως ενός τέτοιου εγχειρήματος στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αμφίβολη, καθώς πάρα πολλά νοικοκυριά στερούνται ακόμη και τα βασικά. Πού θέλω να καταλήξω; Απλά, θεωρώ ότι οι νέοι ιδιοκτήτες των κλινικών έχουν κάθε λόγο να επενδύσουν στον τομέα του ιατρικού τουρισμού, προσελκύοντας ασθενείς από το εξωτερικό.
Βλέπετε πώς θα αλλάξουν ριζικά τα πράγματα στην ελληνική αγορά;
Αναμφίβολα. Το πρώτο πράγμα που θέλω να επισημάνω είναι ότι ο κλάδος δεν αντιμετωπίζει ζητήματα μόνο στην Ελλάδα. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν μελέτες που λένε ότι οι δαπάνες υγείας θα αυξηθούν στο μέλλον, πλην όμως οι αντίστοιχοι προϋπολογισμοί είναι σφιχτοί παντού. Σε όλες τις χώρες υπάρχει οικονομικό ζήτημα και σε όλες τις χώρες επικρατεί ο προβληματισμός για τη συγκέντρωση δυνάμεων στον κλάδο. Ας έρθουμε όμως τώρα στην Ελλάδα. Δεν θα μείνει ελληνική επιχείρηση που θα προσφέρει ιατρικές υπηρεσίες. Και αν η μπάλα, μετά τις κλινικές, πάρει και τα διαγνωστικά κέντρα -ήδη ακούγονται διάφορα-, τότε θα μείνουν μόνο οι ελεύθεροι επαγγελματίες γιατροί, οι οποίοι θα εργάζονται για λογαριασμό των ξένων. Οι ξένοι φυσικά θα έχουν άλλες απαιτήσεις, με αποτέλεσμα να διαφοροποιηθούν ριζικά οι εργασιακές συνεργασίες των ιδιωτών γιατρών με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια.