Η σύγχρονη Ιστορία είναι γεμάτη από τις μαρτυρίες χιλιάδων αγωνιστών που εξορίστηκαν, φυλακίσθηκαν και βασανίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στα νησιά του Αιγαίου. Κατά την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών, στο Λακκί και στο Παρθένι Λέρου, αγωνιστές και αγωνίστριες της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας, έζησαν τη βαρβαρότητα των πραξικοπηματιών.
43 χρόνια μετά την πτώση της Χούντας, αυτή η Κυβέρνηση θεωρεί ότι από την εποχή της κατάλυσης της Δημοκρατίας, τίποτα δεν πρέπει να ξεχνιέται και τίποτα δεν πρέπει να θάβεται στο χρόνο.
Με απόφαση του Υφυπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Νεκτάριου Σαντορινιού, σε συνεργασία με το Δήμο Λέρου και το Σύνδεσμο Φυλακισθέντων Εξορισθέντων Αντιστασιακών (1967-1974) αναβιώνουν οι «Μέρες Μνήμης και Δημοκρατίας».
Συγκεκριμένα, στην απόφαση του Υφυπουργού προβλέπεται πως οι εκδηλώσεις που αναμένεται να λάβουν χώρα το δεύτερο τρίμηνο του 2018, θα συνδιοργανωθούν από τη ΓΓΑιΝΠ, το Δήμο Λέρου και τον ΣΦΕΑ.
Οι εκδηλώσεις που είχαν «διακοπεί» από τις προηγούμενες Κυβερνήσεις από το 2009, γιατί προφανώς κρίθηκαν πως «περισσεύουν», στο κατά τα άλλα πλούσιο πρόγραμμα πολιτιστικών εκδηλώσεων της ΓΓΑιΝΠ, επανέρχονται τώρα με στήριξη και χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.
Ο Νεκτάριος Σαντορινιός, τόνισε πως «σκοπός της προσπάθειας αυτής είναι η επανεδραίωση των Ημερών Μνήμης και Δημοκρατίας, ως θεσμού που θα πραγματοποιείται κάθε χρόνο σε ένα από τα μαρτυρικά νησιά του Αιγαίου και τόπους εξορίας, σαν φόρος τιμής για εκείνους που έδωσαν ακόμα και τη ζωή τους για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία, αλλά και σαν ευκαιρία να κρατηθεί ζωντανή η σύγχρονη Ιστορία, που όσο και να θέλουν κάποιοι να ξεχάσουμε, έχει θύματα και θύτες, έχει υπερασπιστές της Δημοκρατίας και θιασώτες της Δικτατορίας. Χρέος δικό μας είναι να στηρίζουμε κάθε προσπάθεια ανάδειξης της μάχης του λαού μας, ώστε ποτέ ξανά αυτός ο τόπος να μη βιώσει αντίστοιχες συνθήκες καταστολής και φόβου, περιορισμού της Ελευθερίας, ποινικοποίησης των αγώνων και άνοδο του φασισμού».