Στη Θεσσαλονίκη βρέθηκαν πριν από τέσσερις ημέρες Έλληνες συνεργάτες της κοινοπραξίας της γερμανικής Fraport, η οποία απέκτησε για 40 –συν 10- χρόνια τη διαχείριση 14 ελληνικών αεροδρομίων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται το αεροδρόμιο «Μακεδονία».
Οι συνεργάτες της Fraport είχαν την ευκαιρία να συναντηθούν με εκπροσώπους των παραγωγικών φορέων της Θεσσαλονίκης σε εστιατόριο της περιοχής του Λευκού Πύργου, όπου στη ζέστη του απομεσήμερου και μεταξύ κρασιού και σαλάτας εποχής συζήτησαν τις απόψεις του επιχειρηματικού κόσμου για τη λειτουργία του αεροδρομίου.
Στην ουσία κατέγραψαν ιδέες και απόψεις για την ανάπτυξη ενός αεροδρομίου, το οποίο ελάχιστα κοινά χαρακτηριστικά έχει με τα υπόλοιπα 13, που θα τεθούν υπό τον έλεγχο της πριν από το τέλος του χρόνου. Όπως οι ίδιοι είπαν, πρόκειται για το σημαντικότερο από τα 14, όχι μόνο λόγω μεγέθους, αλλά και πολλαπλού ρόλου και αποστολής.
Στη συζήτηση συμμετείχαν ο πρόεδρος του ΣΒΒΕ Θανάσης Σαβάκης, ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Γιάννης Σταύρου, ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ Κυριάκος Λουφάκης, ο πρόεδρος της ΔΕΘ Helexpo και της Τεχνόπολης Θεσσαλονίκης Τάσος Τζήκας και ο πρώην πρόεδρος του ΣΒΒΕ Νίκος Ευθυμιάδης, οι οποίοι αποκόμισαν τις καλύτερες εντυπώσεις από τη συνάντηση. Υπό την έννοια ότι οι νέοι διαχειριστές του αεροδρομίου θέλησαν να πάρουν τη γνώμη και των άμεσα ενδιαφερομένων, δηλαδή των χρηστών – πελατών του αεροδρομίου.
Το βασικό μήνυμα που θέλησαν να περάσουν στους ανθρώπους της Fraport οι Θεσσαλονικείς επιχειρηματίες είναι ότι το αεροδρόμιο «Μακεδονία» δεν εξυπηρετεί κυρίως τουριστικούς σκοπούς, όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα 13 (Κέρκυρα, Χανιά, Κεφαλλονιά, Ζάκυνθος, Άκτιο, Καβάλα, Ρόδος, Κως, Σάμος, Μυτιλήνη, Μύκονος, Σαντορίνη, Σκιάθος), αλλά προηγούνται δύο άλλες λειτουργίες.
Πρώτον, η εξυπηρέτηση των μεταφορικών αναγκών του 1,5 εκατομμυρίου κατοίκων της Κεντρικής Μακεδονίας, οι οικογένειες των οποίων σε σημαντικό βαθμό έχουν συγγενείς στο εξωτερικό, τόσο στη Δυτική Ευρώπη, όπου πήγαιναν και εξακολουθούν να φεύγουν μετανάστες οι Έλληνες, όσο και στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλόκ, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των παλιννοστούντων ομογενών είναι εγκατεστημένοι στη Βόρεια Ελλάδα.
Δεύτερον, οι μετακινήσεις του επιχειρηματικού κόσμου ολόκληρης της Βορείου Ελλάδος. Με δεδομένη την πλήρη λειτουργικότητα της Εγνατίας Οδού, η οποία, πλέον, έχει φέρει πολύ κοντά τις περιοχές της Μακεδονίας, της Θράκης και της Ηπείρου, το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης μπορεί να εξυπηρετήσει –για την ακρίβεια να υπηρετήσει- την επιχειρηματική εξωστρέφεια του βορειοελλαδικού τόξου.
Κάτι σημαντικό για την περιοχή στην οποία κτυπάει η καρδιά τόσο της ελληνικής παραγωγής, όσο και των εξαγωγών της χώρας. Εάν, δηλαδή, στη Θεσσαλονίκη δρομολογηθούν μία ή δύο πολύ πρωινές πτήσεις προς μεγάλα ευρωπαϊκά αεροδρόμια, όπως –για παράδειγμα- της Φραγκφούρτης και της Ζυρίχης, ο επιχειρηματικός κόσμος της Βορείου Ελλάδος θα κερδίσει πολλά.
Σήμερα όλες οι μετακινήσεις αυτού του τύπου και χαρακτήρα γίνονται κυρίως μέσω των αεροδρομίων της Αθήνας και της Κωνσταντινούπολης, αλλά η εμπειρία δείχνει ότι το κόστος –κυρίως σε χρόνο, αλλά και σε χρήμα- είναι σημαντικό. Ταυτόχρονα με αυτά τα δρομολόγια από τη Θεσσαλονίκη, θα μπορούν να εξυπηρετηθούν παράγοντες από τις υπόλοιπες περιοχές της Βορείου Ελλάδος, αλλά σε πολλές περιπτώσεις και ταξιδιώτες από το νότο των γειτονικών βαλκανικών χωρών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συνεργάτες της Fraport έδειξαν να αντιλαμβάνονται πλήρως τον προβληματισμό των συνομιλητών τους και σε πολλές περιπτώσεις να συμμερίζονται τις απόψεις τους. Πολύ περισσότερο που γνωρίζουν ότι την αδυναμία της Θεσσαλονίκης επιχειρούν, πλέον, να αξιοποιήσουν άλλα αεροδρόμια των Βαλκανίων, όπως συμβαίνει εσχάτως με την αναγεννημένη Air Serbia, η οποία διακινεί επιβάτες από τη Θεσσαλονίκη, μέσω του αεροδρομίου Nikola Tesla, του Βελιγραδίου.
Ενημέρωσαν, μάλιστα, ότι σχετικά σύντομα θα επισκεφθούν τη Θεσσαλονίκη για επαφές και συζητήσεις με τοπικούς φορείς υψηλόβαθμα στελέχη της κοινοπραξίας, τα οποία έχοντας ενημέρωση για τις απόψεις των τοπικών φορέων θα μπορούν να ανακοινώσουν και να δεσμευθούν για συγκεκριμένα ζητήματα έχοντας λάβει υπόψιν τις θέσεις τους, καθώς σε αυτή τη φάση διαμορφώνεται το πρώτο πλάνο των αποφάσεων για την ανάπτυξη του αεροδρομίου.
Άλλωστε –όπως έχει ήδη ανακοινώσει η γερμανοελληνική κοινοπραξία- στόχος είναι η αύξηση της διακίνησης μέσω του αεροδρομίου «Μακεδονία» κατά 20% μέχρι το 2020, στα έξι εκατομμύρια επιβάτες. Για να το πετύχουν αυτό σκοπεύουν την επόμενη τετραετία να επενδύσουν στο «Μακεδονία» περί τα 40 εκατ. ευρώ, αλλά και να αξιοποιήσουν την αναβάθμιση και επέκταση του διαδρόμου προσαπογειώσεων 10-28, έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη και θα ολοκληρωθεί σε έναν περίπου χρόνο.
Source: Voria