Από τις τρεις διακριτές μορφές οικονομικής
προσέγγισης, την δημόσια, την ιδιωτική και την κοινωνική, είναι απόλυτα σαφές,
ότι η κοινωνική οικονομία «διαθέτει το συνεργατικό μοντέλο, το οποίο είναι ένα μοντέλο
επιχειρηματικής δραστηριότητας, που είναι καλύτερο από αυτό που σήμερα βιώνουμε
και φαίνεται ότι αποτυγχάνει σε όλο τον κόσμο».
Για αυτόν τον λόγο, άλλωστε, ο ΟΗΕ με εισήγηση του
Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO) ανακήρυξε το 2012, ως Διεθνές Έτος Συνεργατισμού.
Για αυτόν τον λόγο, η Διεθνής Συνεταιριστική
Συμμαχία (ICA)
συνέταξε το αναπτυξιακό σχέδιο ΟΡΑΜΑ 2020, για την «Συνεταιριστική Δεκαετία
2011-2020».
Για αυτόν τον λόγο η ΕΕ σχεδίασε την υποστήριξη της
κοινωνικής οικονομίας με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, διαθέτοντας πολλά ποσά,
και εκδίδοντας τον Οδηγό για την Κοινωνική Ευρώπη, ISBN 978-92-79-30411-8, «Κοινωνική
Οικονομία & Κοινωνική Επιχειρηματικότητα».
Για αυτόν τον λόγο η Ελληνική Κυβέρνηση ψήφισε τον
Νόμο 4019/2011 (ΦΕΚ 216/Α) «Κοινωνική Οικονομία Και Κοινωνική
Επιχειρηματικότητα και λοιπές διατάξεις».
Για αυτόν τον λόγο η Ευρωβουλή ενέκρινε στις 14 Ιαν
2014 την Οδηγία της ΕΕ, η οποία επιβάλει ότι μέχρι το τέλος 2015 (από 1/1/2016)
όλα τα κράτη-μέλη θα πρέπει να έχουν περιλάβει στην διαδικασία Δημοσίων
Συμβάσεων (μέχρι σήμερα στην Ελλάδα ΠΔ 60/2007) κριτήρια για προτίμηση ανάθεσης
σε κοινωνικές-κοινωφελείς επιχειρήσεις.
Για αυτόν τον λόγο το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής
Ασφάλισης & Πρόνοιας έθεσε σε δημόσια διαβούλευση, μέχρι 31 Αυγ 2014, το
κείμενο της Ανοικτής Πρόσκλησης για υποβολή προτάσεων Αναπτυξιακών Συμπράξεων,
βάσει του άρθρου 18, του νόμου 4019/2011 για την χρηματοδότηση της «Λειτουργίας
Περιφερειακών Μηχανισμών Υποστήριξης της ανάπτυξης και προώθησης των Κοινωνικών
Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων (ΚοινΣΕπ) και ευρύτερα των πρωτοβουλιών της
Κοινωνικής Οικονομίας».
Περιμέναμε ότι οι συντάκτες του σχεδίου της Ανοικτής
Πρόσκλησης θα ενσωμάτωναν την γενικότερη τάση και την πραγματική ανάγκη, και
ελπίζουμε ότι μετά την 31 Αυγ 2014, το τελικό κείμενο θα θέλει πραγματικά να
υποστηρίξει την Κοινωνική Οικονομία και τις Οργανώσεις της Κοινωνίας των
Πολιτών και όχι να καταστρέψει μια ακόμα ευκαιρία, απλά για να ενισχύσει το
«δημόσιο» ή/και να «μοιράσει» λεφτά σους ιδιώτες επιχειρηματίες, που μέχρι
σήμερα φάνηκαν αναποτελεσματικοί να αντιμετωπίσουν την παγκόσμια κρίση, με ένα
μοντέλο που φαίνεται ότι αποτυγχάνει σε όλο τον κόσμο.
Το σχέδιο Ανοικτής Πρόσκλησης φαίνεται να προκρίνει
αλλότριο υποκείμενο και μέσα για την υλοποίηση του σκοπού και των στόχων που
θέτει. Αντί να προκρίνει και να δίνει προτεραιότητα στις Οργανώσεις της
Κοινωνίας των Πολιτών, για την υλοποίηση των στόχων της Κοινωνικής Οικονομίας.
Δίνει «προβάδισμα» στις ιδιωτικές επιχειρήσεις και στο δημόσιο για την ανάπτυξη
της Κοινωνικής Οικονομίας και των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων,
περιορίζοντας επί της ουσίας σε ένα ρόλο κομπάρσου στις αυθεντικές κοινωνικές επιχειρήσεις και οργανώσεις της
κοινωνίας των πολιτών.
Ο κ. Βασίλης Τακτικός, Συντονιστής του Πανελλήνιου
Παρατηρητηρίου των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών παρατηρεί, για το
σχέδιο Ανοικτής Πρόσκλησης:
Το
Σχέδιο, θέλει, υποτίθεται, να ενισχύσει αυτό το περιθωριακό ρόλο που είχε μέχρι
σήμερα η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και της «βάζει καπέλο» το δημόσιο και
την αγορά.
Γιατί, πως αλήθεια θα αντιμετωπίσει «επί ίσοις όροις» μια κοινωνική επιχείρηση
πχ. τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων & Βιομηχανιών ή μια άλλη ιδιωτική εταιρία κάποιου
επώνυμου «μεγαλοκεφαλαιούχου» και τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις του
δημοσίου, με τα κριτήρια υλικής υποδομής που βάζει η πρόσκληση; Απλά μπορεί να
χρησιμοποιηθεί πάλι η κάθε κοινωνική επιχείρηση ως «μαϊντανός» της υπόθεσης, ως
άλλοθι, ως πολιτική δικαιολογία, για να πάνε τα κονδύλια για την ανάπτυξη της
κοινωνικής οικονομίας στον ιδιωτικό τομέα όπως έγινε σχεδόν πάντα στο παρελθόν.
Το
αποτέλεσμα όμως θα είναι, για μια φορά ακόμη, τραγικό, με μηδαμινά αποτελέσματα
σε σχέση με τον κυρίαρχο σκοπό, που είναι η αντιμετώπιση της ανεργίας και
φτώχειας. Και θα είναι μηδαμινό γιατί οι
ιδιωτικές επιχειρήσεις στο πλαίσιο των προσωπικών τους και συντεχνιακών
συμφερόντων που από τη φύση τους εξυπηρετούν, αδυνατούν να κινητοποιήσουν
κοινωνικό κεφάλαιο και εθελοντισμό που είναι η ουσία της κοινωνικής οικονομίας.
Αδυνατούν να κινητοποιήσουν την αλληλεγγύη, την συνεργασία και τις ανταλλαγές
χωρίς μεσάζοντες, που μειώνει το κόστος ζωής για τους φτωχούς και τους
άνεργους. Εάν μπορούσε να το κάνει αυτό, το κράτος, η αγορά και ο δημόσιος
τομέας γενικότερα, δεν θα είχε επινοηθεί από τη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
η πολιτική για τη κοινωνική οικονομία, και δεν θα υπήρχαν, ακριβώς λόγω της
αποτυχίας τους, τα ειδικά κονδύλια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που
χρηματοδοτούν αυτό το πρόγραμμα.
Γιατί η Ευρώπη επιμένει στη υποστήριξη της κοινωνικής
οικονομίας και η Ελληνική πλευρά κάνει ότι μπορεί για να ματαιώσει αυτή τη
πολιτική στην Ελλάδα?. Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει και να
εγείρει πρώτα από όλα τις Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών. Βλέποντας λοιπόν
πως έχει στηθεί αυτό το σχέδιο Ανοικτής Πρόσκλησης και γενικότερα το πρόγραμμα
από την Ελληνική πλευρά εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι θέλουμε τα
κονδύλια για την Κοινωνική Οικονομία, αλλά χωρίς … την Κοινωνική Οικονομία και
τους φορείς της Κοινωνίας Πολιτών …
Η ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας, και της
κοινωνίας, θα «στραγγαλισθεί», αν παραδοθεί στις μέχρι σήμερα αποτυχημένες
δομές της παγκόσμιας κρίσης. Αυτές μας έφεραν μέχρι εδώ, και η κακή χρήση τους.
Τίποτα δεν δείχνει ότι υπάρχει περίπτωση διαφοροποίησης του αποτελέσματος, αν
συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε τις ίδιες πρακτικές με τους ίδιους «πελατειακούς»,
«διαπλεκόμενους» φορείς, που απέτυχαν στην δημόσια οικονομική και στην
οικονομία της αγοράς. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα αποτύχουν και στην Κοινωνική
Οικονομία. Πόσο μάλιστα περισσότερο, τώρα που θα πρόκειται για ένα διαφορετικό
μοντέλο, από το οποίο μάλιστα αποκλείουμε τους φυσικούς του φορείς και δομές
της κοινωνίας των πολιτών.
Οι νέες μορφές απαιτούν τους νέους δικούς τους
φορείς και τις δικές τους, ίσως όχι τόσο ώριμες, δομές … Οι νέες δομές θα είναι
οι προπομποί της νέας προοπτικής, του τρίτου τομέα της οικονομίας, της
κοινωνικής οικονομίας. Και όπως κάθε νέα μορφή απαιτεί πολλαπλάσια μέσα και
πόρους και προσπάθεια για να αποδώσει.
ΠΡΕΠΕΙ Ο «ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΕΤΑΙΡΟΣ» ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΔΟΜΗ ΤΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ.
Οι διάφορες ποικιλώνυμες μορφές συγκαλυμμένης
παρέμβασης του δημοσίου ή των ιδιωτών, πρέπει να αποκλείονται.
ΚΕΚ και Αστικές Μη Κερδοσκοπικές Εταιρείες-ΑΜΚΕ που εξαρτώνται
από Δήμους πρέπει να αναφέρεται ρητά ότι δεν μπορούν να είναι συντονιστές
εταίροι και να μην αφήνεται το περιθώριο για κάποιες τέτοιες εταιρίες με μέλη
τους Δήμους ,Πανεπιστήμια και άλλους του Δημοσίου τομέα να «καπηλεύονται» το
χώρο της Κοινωνίας Πολιτών.
Ιδιωτικές εταιρείες, της οικονομίας της αγοράς, δεν
έχουν να προσφέρουν τίποτε το θετικό και κινδυνεύουν να «καπελώσουν» τις
κοινωνικές επιχειρήσεις ως συντονιστές εταίροι.
Συνδικαλιστικές οργανώσεις εργοδοτών &
εργαζομένων στην Ελλάδα, μπορεί να είναι σύμμαχοι των κοινωνικών επιχειρήσεων
αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις κοινωνικές επιχειρήσεις. Εκτός και αν
έχουν δημιουργήσει συνεταιριστικές τράπεζες ή συνεταιριστικά ασφαλιστικά ταμεία
όπως γίνεται στην Ευρώπη.
Στις περιφερειακές δομές η δικτύωση ως παραδοτέο πρέπει
να έχει συγκεκριμένα μετρήσιμα αποτελέσματα συμμετοχής φορέων στη Αναπτυξιακή
Σύμπραξη τα οποία πρέπει να τεκμηριώνονται με Σύμφωνα Συνεργασίας και
καταστατικά οργανωμένων δικτύων. Δεν μπορεί για παράδειγμα μια Σύμπραξη που
ενσωματώνει Κοινωνικό Κεφάλαιο 10 εταιρειών να βαθμολογείται το ίδιο με μια
Αναπτυξιακή Σύμπραξη που ενσωματώνει κοινωνικό κεφάλαιο 150 συλλογικών φορέων.
Η ποιότητα των φορέων, που θα επικαλεσθούν κάποιοι ως αντίλογο σε αυτό το
επιχείρημα, δεν είναι
ανεξάρτητη από τη ποιότητα της συμμετοχικής δημοκρατίας που
ενσωματώνει το κοινωνικό κεφάλαιο, μια έννοια σύμφυτη με τη κοινωνική οικονομία.
Το εάν θα περάσει για μια ακόμη φορά ή όχι ένα
ψευδεπίγραφο πρόγραμμα κοινωνικής οικονομίας που θα «ταΐζει» τους μεσάζοντες
και το «μινώταυρο της διαπλοκής» των προγραμμάτων, είναι εν τέλει και ζήτημα
επαγρύπνησης της κοινωνίας πολιτών.
Για την καταγραφή, Δημήτρης Μιχαηλίδης,