ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ - ΕΔΡΑ: ΑΘΗΝΑ

Ει βούλει καλώς ακούειν, μάθε καλώς λέγειν, μαθών δε καλώς λέγειν, πειρώ καλώς πράττειν, και ούτω καρπώση το καλώς ακούειν. (Επίκτητος)

(Αν θέλεις να σε επαινούν, μάθε πρώτα να λες καλά λόγια, και αφού μάθεις να λες καλά λόγια, να κάνεις καλές πράξεις, και τότε θα ακούς καλά λόγια για εσένα).

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Διευκρινίσεις ΔΑΑ σχετικά με ΦΠΑ


Θα θέλαμε εκ νέου να διευκρινίσουμε ότι η ελληνική εταιρεία Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών ΑΕ (και όχι “Hochtief” όπως συνεχίζεται εσφαλμένα να αναφέρεται), της οποίας μέτοχος πλειοψηφίας είναι το Ελληνικό Δημόσιοδεν έχει, ούτε είχε ποτέ στο παρελθόν, καμία ληξιπρόθεσμη οφειλή προς το Ελληνικό Δημόσιο ούτε από ΦΠΑ, ούτε από άλλους άμεσους ή έμμεσους φόρους, ούτε από ασφαλιστικές εισφορές, τονίζεται δε προς αποφυγή οποιασδήποτε αμφιβολίας ότι όλες οι φορολογικές υποχρεώσεις του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, οποιασδήποτε φύσεως, καταβάλλονταν και καταβάλλονται πάντα εμπροθέσμως, πλήρως και προσηκόντως προς τις αρμόδιες αρχές. 



Η διαφορά ΦΠΑ



Όπως έχουμε ήδη ενημερώσει επανειλλημένα, εκκρεμούσε νομική διαφορά αναφορικά με καταλογισθέν ποσό ΦΠΑ ύψους 44 εκ. ευρώ,  το 84% του οποίου αφορούσε σε μέρος του ΦΠΑ επί του κόστους κατασκευής του αεροδρομίου της περιόδου 1996 - 2001, το οποίο λόγω των προσαυξήσεων, ανήλθε εν τέλει  στο συνολικό ποσό των 163 εκ. ευρώ και όχι σε αυτό των 500 ή ακόμα και 600 ή και 700 εκ. ευρώ, όπως έχει αναφερθεί ανακριβώς.

Τις σχετικές διευκρινίσεις παρείχε στη Βουλή ο Υφυπουργός Οικονομικών, κ. Γεώργιος Μαυραγάνης, στη συνεδρίαση της Τρίτης 27 Νοεμβρίου 2012, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του βουλευτή Ιωάννη Μιχελάκη.

Σημειώνεται ότι η μεγάλη καθυστέρηση (πέντε ετών περίπου) της λήψης της τελικής απόφασης των αρμοδίων υπηρεσιών, από την έγερση του θέματος το Δεκέμβριο του 2005 μέχρι εν τέλει τον καταλογισμό του ΦΠΑ από τους ελεγκτές το 2010 (λόγω ακριβώς των ειδικών νομοθετικών ρυθμίσεων περι ΦΠΑ που διέπουν τη Σύμβαση Ανάπτυξης Αεροδρομίου και της σχετικής αμφιβολίας επιβολής του) δημιούργησε το υπερβολικά υψηλό ποσό προσαυξήσεων επί του αρχικώς καταλογισθέντος ΦΠΑ.



Η Διαιτησία του Λονδίνου


Ο ΔΑΑ, όπως κάθε ελληνική εταιρεία, προσέφυγε στα αρμόδια ελληνικά Διοικητικά Δικαστήρια ενώ παράλληλα, όπως προβλέπεται από τη Σύμβαση Ανάπτυξης Αεροδρομίου (Ν. 2338/95) , προσέφυγε και στο αρμόδιο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο του Λονδίνου. Το συγκεκριμένο Δικαστήριο εκδικάζοντας αρμοδίως την εν λόγω διαφορά, εξέδωσε την απόφασή του στις 27.2.2013 με την οποία αποφάσισε ότι ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών δεν οφείλει στο Ελληνικό Δημόσιο τα ποσά του καταλογισθέντος ΦΠΑ μαζί με τα ποσά των επιβληθεισών προσθέτων επιβαρύνσεων.

Όπως είναι  γνωστό, είναι ευρέως διαδεδομένη πρακτική όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, η πρόβλεψη ρητρών επίλυσης διαφορών με διαιτησία - θεσμός ο οποίος σαφέστατα προβλέπεται στο ελληνικό σύστημα δικαίου - σε συμβάσεις μεγάλων κατασκευαστικών και επενδυτικών έργων, όπου εμπλέκονται πολλά μέρη διαφορετικών εθνικοτήτων είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό με σκοπό την ταχεία επίλυση των διαφορών, την έγκαιρη ολοκλήρωση κατασκευής και λειτουργίας των έργων και τέλος την εμπέδωση ασφάλειας δικαίου στις συναλλαγές.

Σημειώνεται ότι είναι η δεύτερη φορά που φορολογική διαφορά μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΔΑΑ επιλύεται στο Διαιτητικό Δικαστήριο του Λονδίνου. Τονίζεται επίσης ότι με την πρώτη απόφασή του το 2006 αναφορικά με θέματα φόρου εισοδήματος, το Διαιτητικό Δικαστήριο δικαίωσε το Ελληνικό Δημόσιο, απόφαση την οποία φυσικά εφήρμοσε άμεσα ο ΔΑΑ.

H τρέχουσα μετοχική σύνθεση της Εταιρείας Αεροδρομίου
Τέλος, θεωρούμε απαραίτητο να επαναλάβουμε  ότι η διαιτησία αφορούσε στην εταιρεία Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών AE και στο Ελληνικό Δημόσιο και όχι στην κατασκευαστική εταιρεία Hochtief ή θυγατρική της.

Υπενθυμίζουμε το μετοχικό σχήμα της Εταιρείας Αεροδρομίου:
Mετά το Ελληνικό Δημόσιο που είναι πλειοψηφών μέτοχος με ποσοστό 55%, ο αμέσως μεγαλύτερος μέτοχος είναι η Hochtief Airport (26,7%) για την οποία η μητρική  Ηochtief AG ανακοίνωσε πρόσφατα την κατ' αρχήν συμφωνία για την πώλησή της στον καναδικό όμιλο PSP. Οι λοιποί μέτοχοι είναι η HTAC με 13,3% και η οικογένεια Κοπελούζου με 4,99%.