Σύμφωνα
με τα στοιχεία της Τράπεζας
της Ελλάδας που
παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά, ο
τουρισμός, παρά
τους κραδασμούς που υπέστη από τη
συνεχιζόμενη οικονομική κρίση αποτελεί
την ατμομηχανή ανάπτυξης της ελληνικής
οικονομίας και το 2012.. Αυτό επισημάνθηκε
στη 2η Γενική Συνέλευση του Ξενοδοχειακού
Επιμελητηρίου της Ελλάδας στο
εκθεσιακό κέντρο Metropolitan
Expo που
πραγματοποιήθηκε
το
Σάββατο 9 Φεβρουαρίου με τη συμμετοχή
1.700 ξενοδόχων από όλη τη χώρα.
Όπως αποτυπώθηκε από τη σύνθεση των στοιχείων του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, της Τραπέζης της Ελλάδας και της εταιρείας Quantos SA οι δαπάνες των ξένων τουριστών το 2012 ανήλθαν στα 10,024 δισ. ευρώ μειούμενες σε ποσοστό 5% σε σχέση με το 2011. Eπίσης για το ίδιο χρονικό διάστημα πτώση ύψους 7% παρουσίασαν οι διανυκτερεύσεις αλλοδαπών τουριστών φθάνοντας τις 141 εκατ., ενώ οι επισκέψεις ξεπέρασαν τις 15,5 εκατ., σημειώνοντας μείωση 6% συγκριτικά με το 2011.
Οι πληρότητες των ξενοδοχειακών μονάδων ήταν εξαιρετικά χαμηλές, ενώ συρρικνώθηκε έτι περαιτέρω η σεζόν. Σύμφωνα με έρευνα πεδίου του ΙΤΕΠ που παρουσιάστηκε στη 2η Γενική Συνέλευση, μολονότι οι πληρότητες τον μήνα Αύγουστο ανέβηκαν σε ποσοστό 0,10% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2011, τον Μάιο, εξαιτίας και της πολιτικής αβεβαιότητας, έπεσαν σε ποσοστό 6,20%. Την υψηλότερη κάθοδο σε πληρότητες στον δυνατό μήνα του ελληνικού τουρισμού, δηλαδή τον Αύγουστο, εμφάνισαν τα νησιά του Αιγαίου με ποσοστό 5,52% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2011, ενώ τον Μάιο την υψηλότερη μείωση εμφάνισε η Αθήνα με -23,38%, λόγω της αβεβαιότητας του προορισμού, και την ακολούθησαν από κοντά τα νησιά του Αιγαίου με ποσοστό -21,05%, γεγονός που αποδίδεται στα ακριβά ναύλα. Τον Μάιο του 2011 οι πληρότητες των ξενοδοχείων συνολικά και κατά μ.ό. έφθασαν το 45,29%, ενώ τον Αύγουστο στο 77,86%, εξέλιξη που καταδεικνύει το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι προορισμοί της Αττικής, της Κεντρικής Ελλάδας, καθώς και της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.
Παρ‘όλα αυτά, υψηλά περιθώρια ανόδου έχει ο ελληνικός τουρισμός, δεδομένης της χαμηλής μέσης πληρότητας ουκ ολίγων ξενοδοχειακών μονάδων ακόμη και τον Αύγουστο. Υπογραμμίζεται ότι πληρότητες-ρεκόρ εμφανίζουν τα νησιά Ιονίου (90,91%), η Κρήτη με 89,06% και τα Δωδεκάνησα με 86,93% (-3,27%).
Τα οικογενειακά καταλύματα (1-20 δωμάτια) κινήθηκαν σε μέσες πληρότητες ύψους 67,4% τον Αύγουστο του 2012 (-1,82%) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2011. Τα μικρά ξενοδοχεία (21-50 δωμάτια) τον ίδιο μήνα κινήθηκαν με μέσες πληρότητες 73,51% και οριακή αύξηση 1,32%, τα μεσαία (51-100 δωμάτια) με πληρότητες 73,24% τον Αύγουστο (0,44%), τα μεγάλα (101 δωμάτια και πάνω) με πληρότητες 82,4% και οριακή ποσοστιαία μείωση (0,25%). Την υψηλότερη συρρίκνωση στις μέσες πληρότητες τους το Μάιο είχαν τα μεσαία ξενοδοχεία με ποσοστιαία πτώση 13,53%.Στο πλαίσιο της εναρκτήριας ομιλίας του ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος κ. Γιώργος Τσακίρης τόνισε ότι ο συνολικός αριθμός των ξενοδοχείων σήμερα ανέρχεται στα 9.670 με δυναμικότητα 771.271 κλινών, εμφανίζοντας αύξηση 82% σε σχέση με το 1990. Εξ αυτών, το 29,2% είναι 2 αστέρων ξενοδοχεία, το 25,1% είναι 4 αστέρων, το 23,8% είναι 3 αστέρων, το 7,1% είναι 1 αστέρος και 5 αστέρων είναι το 14,7%. Υπογραμμίζεται ότι το 1990 μόνο το 4,8% των ξενοδοχείων ήταν 5 αστέρων. Όπως επισήμανε ο πρόεδρος του ΞΕΕ, το επίπεδο των ξενοδοχείων στη χώρα σε σχέση με την Ευρώπη είναι εξαιρετικά υψηλό. Σχετική έρευνα του Επιμελητηρίου κατέδειξε υψηλό ποσοστό κάλυψης των κριτηρίων παροχής υπηρεσιών των ελληνικών ξενοδοχείων σε σχέση με το κοινό σύστημα κατάταξης hotel stars union, που εφαρμόζεται σε 13 ευρωπαϊκές χώρες. Ο κ. Τσακίρης προσθέτει ότι μπορεί να επιτευχθεί μείωση του κόστους λειτουργίας με μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης από την πολιτεία, κάνοντας το προϊόν πιο ανταγωνιστικό. Επίσης, διαπιστώνεται ότι, όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό των αλλοδαπών τουριστών στα ξενοδοχεία, τόσο καλύτερες επιδόσεις παρουσιάζουν αυτά.
Ακόμη, γίνεται εύκολα διακριτό ότι ξενοδοχεία που φιλοξενούν κυρίως Έλληνες τουρίστες αντιμετωπίζουν και τα μεγαλύτερα προβλήματα, λόγω της οικονομικής ύφεσης και, συνακόλουθα, της πτώσης της εσωτερικής τουριστικής ζήτησης. Τέλος, σε πρώτη φάση, η άμβλυνση της εποχικότητας μπορεί να επιτευχθεί με την προσέλκυση τουριστών ηλικίας 55 ετών και άνω, δίνοντας παράλληλα ώθηση στον πολιτιστικό τουρισμό.
Όπως αποτυπώθηκε από τη σύνθεση των στοιχείων του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, της Τραπέζης της Ελλάδας και της εταιρείας Quantos SA οι δαπάνες των ξένων τουριστών το 2012 ανήλθαν στα 10,024 δισ. ευρώ μειούμενες σε ποσοστό 5% σε σχέση με το 2011. Eπίσης για το ίδιο χρονικό διάστημα πτώση ύψους 7% παρουσίασαν οι διανυκτερεύσεις αλλοδαπών τουριστών φθάνοντας τις 141 εκατ., ενώ οι επισκέψεις ξεπέρασαν τις 15,5 εκατ., σημειώνοντας μείωση 6% συγκριτικά με το 2011.
Οι πληρότητες των ξενοδοχειακών μονάδων ήταν εξαιρετικά χαμηλές, ενώ συρρικνώθηκε έτι περαιτέρω η σεζόν. Σύμφωνα με έρευνα πεδίου του ΙΤΕΠ που παρουσιάστηκε στη 2η Γενική Συνέλευση, μολονότι οι πληρότητες τον μήνα Αύγουστο ανέβηκαν σε ποσοστό 0,10% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2011, τον Μάιο, εξαιτίας και της πολιτικής αβεβαιότητας, έπεσαν σε ποσοστό 6,20%. Την υψηλότερη κάθοδο σε πληρότητες στον δυνατό μήνα του ελληνικού τουρισμού, δηλαδή τον Αύγουστο, εμφάνισαν τα νησιά του Αιγαίου με ποσοστό 5,52% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2011, ενώ τον Μάιο την υψηλότερη μείωση εμφάνισε η Αθήνα με -23,38%, λόγω της αβεβαιότητας του προορισμού, και την ακολούθησαν από κοντά τα νησιά του Αιγαίου με ποσοστό -21,05%, γεγονός που αποδίδεται στα ακριβά ναύλα. Τον Μάιο του 2011 οι πληρότητες των ξενοδοχείων συνολικά και κατά μ.ό. έφθασαν το 45,29%, ενώ τον Αύγουστο στο 77,86%, εξέλιξη που καταδεικνύει το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι προορισμοί της Αττικής, της Κεντρικής Ελλάδας, καθώς και της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.
Παρ‘όλα αυτά, υψηλά περιθώρια ανόδου έχει ο ελληνικός τουρισμός, δεδομένης της χαμηλής μέσης πληρότητας ουκ ολίγων ξενοδοχειακών μονάδων ακόμη και τον Αύγουστο. Υπογραμμίζεται ότι πληρότητες-ρεκόρ εμφανίζουν τα νησιά Ιονίου (90,91%), η Κρήτη με 89,06% και τα Δωδεκάνησα με 86,93% (-3,27%).
Τα οικογενειακά καταλύματα (1-20 δωμάτια) κινήθηκαν σε μέσες πληρότητες ύψους 67,4% τον Αύγουστο του 2012 (-1,82%) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2011. Τα μικρά ξενοδοχεία (21-50 δωμάτια) τον ίδιο μήνα κινήθηκαν με μέσες πληρότητες 73,51% και οριακή αύξηση 1,32%, τα μεσαία (51-100 δωμάτια) με πληρότητες 73,24% τον Αύγουστο (0,44%), τα μεγάλα (101 δωμάτια και πάνω) με πληρότητες 82,4% και οριακή ποσοστιαία μείωση (0,25%). Την υψηλότερη συρρίκνωση στις μέσες πληρότητες τους το Μάιο είχαν τα μεσαία ξενοδοχεία με ποσοστιαία πτώση 13,53%.Στο πλαίσιο της εναρκτήριας ομιλίας του ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος κ. Γιώργος Τσακίρης τόνισε ότι ο συνολικός αριθμός των ξενοδοχείων σήμερα ανέρχεται στα 9.670 με δυναμικότητα 771.271 κλινών, εμφανίζοντας αύξηση 82% σε σχέση με το 1990. Εξ αυτών, το 29,2% είναι 2 αστέρων ξενοδοχεία, το 25,1% είναι 4 αστέρων, το 23,8% είναι 3 αστέρων, το 7,1% είναι 1 αστέρος και 5 αστέρων είναι το 14,7%. Υπογραμμίζεται ότι το 1990 μόνο το 4,8% των ξενοδοχείων ήταν 5 αστέρων. Όπως επισήμανε ο πρόεδρος του ΞΕΕ, το επίπεδο των ξενοδοχείων στη χώρα σε σχέση με την Ευρώπη είναι εξαιρετικά υψηλό. Σχετική έρευνα του Επιμελητηρίου κατέδειξε υψηλό ποσοστό κάλυψης των κριτηρίων παροχής υπηρεσιών των ελληνικών ξενοδοχείων σε σχέση με το κοινό σύστημα κατάταξης hotel stars union, που εφαρμόζεται σε 13 ευρωπαϊκές χώρες. Ο κ. Τσακίρης προσθέτει ότι μπορεί να επιτευχθεί μείωση του κόστους λειτουργίας με μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης από την πολιτεία, κάνοντας το προϊόν πιο ανταγωνιστικό. Επίσης, διαπιστώνεται ότι, όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό των αλλοδαπών τουριστών στα ξενοδοχεία, τόσο καλύτερες επιδόσεις παρουσιάζουν αυτά.
Ακόμη, γίνεται εύκολα διακριτό ότι ξενοδοχεία που φιλοξενούν κυρίως Έλληνες τουρίστες αντιμετωπίζουν και τα μεγαλύτερα προβλήματα, λόγω της οικονομικής ύφεσης και, συνακόλουθα, της πτώσης της εσωτερικής τουριστικής ζήτησης. Τέλος, σε πρώτη φάση, η άμβλυνση της εποχικότητας μπορεί να επιτευχθεί με την προσέλκυση τουριστών ηλικίας 55 ετών και άνω, δίνοντας παράλληλα ώθηση στον πολιτιστικό τουρισμό.