Ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Μεσσηνίας, κ. Δημήτρης Καραλής, εξέφρασε απογοήτευση για τις πρόσφατες εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ).
Ο κ. Καραλής δήλωσε, “Αποτελεί κοινή διαπίστωση από πολλούς συναδέλφους ότι οι πρόσφατες εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ απογοήτευσαν, αφού άφησαν μετέωρα κρίσιμα θέματα για τη βιωσιμότητα του κλάδου, όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, που εξελίσσονται πλέον σε μάστιγα για τα ξενοδοχεία, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και σαν να μην έφτανε αυτό, έρχεται, με σχεδόν τιμωρητική διάθεση, καταιγισμός επιβαρύνσεων, όπως η αύξηση των τελών ανθεκτικότητας και παρεπιδημούντων, που προσθέτουν ένα ακόμα βάρος στις ήδη επιβαρυμένες λειτουργικές μας δαπάνες με τις τεράστιες αυξήσεις και την ακραία μορφή του ενεργειακού κόστους που έχει απρόβλεπτες προοπτικές ως προς το βαθμό αντοχής των επιχειρήσεών μας.
Είναι πλέον σαφές ότι υπάρχει στρέβλωση της εικόνας που έχει η κυβέρνηση για τον ξενοδοχειακό κλάδο που αποτελεί, διαχρονικά, τον στυλοβάτη του ελληνικού τουρισμού. Μια στρέβλωση που αρνείται να δεχθεί την πολλαπλασιαστική αξία της τουριστικής δραστηριότητας για την εθνική οικονομία. Και, όπως προκύπτει από τα συμφραζόμενα, υπάρχει απαξίωση, αν όχι αποστροφή, σε όσα ο δικός μας κλάδος εισφέρει στην παραγωγική βάση της χώρας και στην ανταγωνιστικότητά της. Διαφορετικά, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή η υπερπροστασία που παρέχεται στο νέο καθεστώς της βραχυχρόνιας μίσθωσης, σε αντίθεση με τη συνεχώς διογκούμενη επιβάρυνση των νομίμως λειτουργούντων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Προφανώς, ο κος Πρωθυπουργός, υιοθέτησε τις απόψεις των συμβούλων του που, όπως φάνηκε το προηγούμενο διάστημα, επ’ουδενί δεν συναντώνται με τις κατά καιρούς διατυπωμένες από την πλευρά μας θέσεις και τα αιτήματά μας, παρά τις κατ’ επανάληψη κυβερνητικές δεσμεύσεις ως προς τη ρύθμιση των προβλημάτων που ταλαιπωρούν τον κλάδο μας, συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος λειτουργίας των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Ο προερχόμενος από τον κλάδο μας νέος γενικός γραμματέας του ΕΟΤ κ. Ανδρέας Φιορεντίνος, στην ομιλία του στη ΔΕΘ, επισήμανε ορθά ότι “δεν πρέπει να δαιμονοποιούμε τον τουρισμό”. Η αποστροφή αυτή έρχεται να διορθώσει, κατά τη γνώμη μας, μια αντίστοιχη από την ομιλία του Πρωθυπουργού που μας κάλεσε από το βήμα της ίδιας έκθεσης “να μη δαιμονοποιούμε τη βραχυχρόνια μίσθωση”.
Επισημαίνω αυτή την αντίφαση γιατί, ούτε λίγο ούτε πολύ, μας είχε αφήσει με την εντύπωση ότι ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ταυτίσει την τουριστική προοπτική της χώρας με τη βραχυχρόνια μίσθωση, ένα φαινόμενο παραξενοδοχίας που μόνο στην ανάπτυξη του τομέα δεν μπορεί να συνεισφέρει, πέρα από τα έσοδα κάποιων ιδιωτών που μετέτρεψαν τα ακίνητά τους σε χώρους φιλοξενίας προς ίδιον και μόνο όφελος. Δεν θα αναφερθώ στις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις του φαινομένου, όπως αναλυτικά παρουσιάστηκαν στην έρευνα της Grant Thorton για λογαριασμό του ΞΕΕ, ούτε θεωρώ αναγκαίο να αντικρούσω όσα οι συνασπισθέντες εκπρόσωποι των ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης υποστήριξαν υπερασπιζόμενοι τη θέση τους.
Εκείνο όμως που κρίνεται ως απόλυτα επιτακτικό είναι να προχωρήσουμε στη σύγκλιση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης προκειμένου να αποτιμήσουμε την κατάσταση και να λάβουμε αποφάσεις για δράσεις, παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες για όσα δεν καλύφθηκαν από τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού και άπτονται της βιωσιμότητας των επιχειρήσεών μας, παράλληλα με όσα εξαγγέλθηκαν που, τουλάχιστον ως προς τη βραχυχρόνια μίσθωση, τείνουν να της προσφέρουν την πρωτοπορία στην ανάπτυξη του κλάδου, με εμάς ουραγούς να συνεχίζουμε να “κουβαλάμε νερό με το καλάθι”.
Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να διατυπώσουμε όλοι μαζί, με συμπαγή στάση και ενιαίο λόγο, τη θέση μας ως προς τις προοπτικές του κλάδου μας αλλά και του ίδιου του τουριστικού τομέα. Να παρουσιάσουμε με σαφήνεια όσα θεωρούμε αναγκαία για τη στήριξη των επιχειρήσεών μας, καθιστώντας σαφές στην κυβέρνηση ότι χωρίς ξενοδοχεία δεν υπάρχει τουρισμός. Εμείς υπήρξαμε οι πρωτοπόροι και οι σκαπανείς του τουριστικού θαύματος της χώρας και εμείς είμαστε οι εγγυητές του ανταγωνιστικού της πλεονεκτήματος χάρη στην εμπειρία και την εξειδίκευση επιχειρηματιών και εργαζομένων.“