ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΥΛΗΣ - ΕΔΡΑ: ΑΘΗΝΑ

Ει βούλει καλώς ακούειν, μάθε καλώς λέγειν, μαθών δε καλώς λέγειν, πειρώ καλώς πράττειν, και ούτω καρπώση το καλώς ακούειν. (Επίκτητος)

(Αν θέλεις να σε επαινούν, μάθε πρώτα να λες καλά λόγια, και αφού μάθεις να λες καλά λόγια, να κάνεις καλές πράξεις, και τότε θα ακούς καλά λόγια για εσένα).

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Έρευνα GFK : Στην 22η θέση παρέμεινε η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή κατάταξη αγοραστικής δύναμης


Αποτέλεσμα εικόνας για Έρευνα GFK : Στην 22η θέση παρέμεινε η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή κατάταξη αγοραστικής δύναμης
Με μέση τιμή της τάξης των €9,313, σε αγοραστική δύναμη ή διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο, η Ελλάδα παραμένει στην 22η θέση στην Ευρωπαϊκή κατάταξη.
Αυτό είναι περίπου κατά ένα τρίτο χαμηλότερο του Ευρωπαϊκού μέσου όρου. Επίσης, η ονομαστική μείωση είναι -0.2 τοις εκατό σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Συγκρίνοντας τις 14 Ελληνικές περιφέρειες, οι κάτοικοι της Αττικής, παρου-σιάζουν την υψηλότερη μέση αγοραστική δύναμη: Με σχεδόν €10,800 κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη, έχουν 16 τοις εκατό περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα από το μέσο όρο της χώρας αλλά παρόλα αυτά παραμένουν πίσω κατά 21 τοις εκατό από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό τους τοποθετεί περίπου στο ίδιο επίπεδο αγοραστικής δύναμης με τους κατοίκους της Πορτογαλίας (κατάταξη 20η στην Ευρώπη).
Πιο κοντά στη μέση τιμή της χώρας εμφανίζεται η Κεντρική Μακεδονία με €9,244 ανά κάτοικο. Επίσης το νησί της Κρήτης κατατάσσεται τελευταίο ανάμεσα στις 14 περιφέρειες με €7,331 κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη – αυτό είναι 21 τοις εκατό χαμηλότερο από το μέσο όρο της χώρας και κατά προσέγγιση ίσο με το διαθέ-σιμο εισόδημα των κατοίκων της Τσεχίας (κατάταξη 26η στην Ευρώπη).
Αποτέλεσμα εικόνας για Έρευνα GFK : Στην 22η θέση παρέμεινε η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή κατάταξη αγοραστικής δύναμης
Aύξηση κατά 0.3% παρουσιάζει σε ονομαστική αξία η κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων το 2016 συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
Το διαθέσιμο καθαρό εισόδημα του πληθυσμού διαφοροποιείται αισθητά ανάμεσα στις 42 χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα της GfK. Η υψηλότερη μέση αγοραστική δύναμη παρατηρείται στο Λιχτενστάιν, Ελβετία και Λουξεμβούργο, ενώ στα χαμηλότερα επίπεδα εμφανίζεται η Λευκορωσία, η Μολδαβία και η Ουκρανία.
Στην Ουκρανία, η κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη ανέρχεται μόλις στο ένα όγδοο της μέσης αγοραστικής δύναμης των κατοίκων του Λιχτενστάιν. Αυτά, είναι με-ρικά από τα ευρήματα της μελέτης της GfK «GfK Αγοραστική Δύναμη Ευρώπης 2016″.
Σύμφωνα με την μελέτη της GfK, συνολικά €9.18 τρισεκατομμύρια διαθέτουν οι Ευρωπαίοι για κατανάλωση και αποταμίευση. Αυτό σημαίνει μέση κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη της τάξης των €13,672 για τις 42 χώρες που αξιολογήθηκαν στην έρευνα, το οποίο αντιστοιχεί σε ονομαστική αύξηση της τάξης περίπου του 0.3 τοις εκατό. Η χαμηλή ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή μέση κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη οφείλεται, μεταξύ άλλων παραγόντων, στην ισοτιμία συναλλάγματος και στην στασιμότητα της ανάπτυξης σε κάποιες από τις μεγαλύτερες χώρες. Παρόλα αυτά, πολλές χώρες έχουν ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 5 τοις εκατό, περιλαμβανομένων της Ισλανδίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Εσθονίας, Τσεχίας, Βοσνίας, Κροατίας, Μάλτας, Σλοβακίας, Λουξεμβούργου και Λετονίας.
Υπάρχει ακόμα σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στα καθαρά εισοδήματα στην Ευρώπη: Κάτοικοι του Λιχτενστάιν, της χώρας με τη μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη, έχουν σχεδόν ογδόντα φορές περισσότερη αγοραστική δύναμη ανά άτομο από τους κατοίκους της Ουκρανίας, η οποία παρουσιάζει τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην Ευρώπη. Οι τέσσερις χώρες με τον υψηλότερο πληθυσμό – Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ιταλία – αντιπροσωπεύουν περίπου το 40 τοις εκατό του Ευρωπαϊκού πληθυσμού και το 60 τοις εκατό της αγοραστικής δύναμης της ηπείρου.
Ακόμα και ανάμεσα στην πρώτη δεκάδα των χωρών, το Λιχτενστάιν και η Ελβετία ξεπερνούν σημαντικά τις άλλες χώρες με αγοραστική δύναμη 3 έως 4.6 φορές (αντίστοιχα) υψηλότερη του Ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αρκετά χαμηλότερα, τρίτο, ακολουθεί το Λουξεμβούργο, με 2.2 φορές υψηλότερα του Ευρωπαϊκού μέσου όρου. Όλες οι υπόλοιπες χώρες της δεκάδας εμφανίζουν τουλάχιστον 1.5 φορά υψηλότερα επίπεδα από τη μέση Ευρωπαϊκή κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη.
Ανακατάταξη παρατηρείται ανάμεσα στις χώρες της πρώτης δεκάδας σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, κυρίως λόγω συναλλαγματικής ισοτιμίας. Το Λουξεμβούργο ξεπερνά την Νορβηγία για να καταλάβει την τρίτη θέση, ενώ η Ισλανδία ανεβαίνει τρεις θέσεις φτάνοντας στην πέμπτη και η Μεγάλη Βρετανία πέφτει τέσσερις θέσεις αγγίζοντας τη δέκατη.
Η μελέτη της GfK «GfK Purchasing Power Europe 2016″ είναι διαθέσιμη για 42 Ευρωπαϊκές χώρες καλύπτοντας λεπτομερή επίπεδα περιοχών ως προς την διαθέσιμη πληροφορία όπως επίπεδο δήμων, ταχυδρομικών κωδικών, σε συνδυασμό με αντίστοιχα δεδομένα ως προς τους κατοίκους και νοικοκυριά με δυνατότητα εμφάνισης δεδομένων σε ψηφιακούς χάρτες.
Η αγοραστική δύναμη είναι η μέτρηση του κατά κεφαλήν διαθεσίμου εισοδήματος (συμπεριλαμβανομένων τυχόν κρατικών παροχών) μετά την αφαίρεση των φόρων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Η μελέτη της GfK παρουσιάζει τα ετήσια κατά κεφαλήν επίπεδα αγοραστικής δύναμης σε Ευρώ και ως προς δείκτη τιμών. Τα στοιχεία αγοραστικής δύναμης της GfK αναφέρονται στο καθαρό διαθέσιμο εισόδημα, το οποίο σημαίνει ότι οι τιμές δεν είναι προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό. Η βάση υπολογισμού είναι στοιχεία για το φόρο εισοδήματος, καθώς και στατιστικά στοιχεία και προ-βλέψεις οικονομικών ινστιτούτων .
Τα στοιχεία αγοραστικής δύναμης αναφέρονται στο διαθέσιμο εισόδημα από το οποίο οι κάτοικοι μπορούν να αντλήσουν για καταναλωτικές αγορές και πάγια μηνιαία έξοδα, όπως καθημερινές αγορές, ενοίκιο, υπηρεσίες, έξοδα προς επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, εισφορές σε ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία και τα ασφαλιστήρια συμβόλαια, καθώς και διάφορες δαπάνες , όπως εκείνες που σχετίζονται με διακοπές ή μετακίνηση και καταναλωτικά αγαθά.